ὑπεκστήσεται

ὑπεκστήσεται
см. ὑπ—εξ—ίσταμαι

Ancient Greek-Russian simple. 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "ὑπεκστήσεται" в других словарях:

  • ὑπεκστήσεται — ὑπεξίσταμαι aor subj mid 3rd sg (epic) ὑπεξίσταμαι fut ind mid 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υπεξίστημι — Α 1. μετατρέπω κάπως, μεταβάλλω λίγο, ιδίως προς το χειρότερο 2. αποχωρώ κρυφά 3. (με γεν.) παραιτούμαι από αξίωση ή δικαίωμα («ἐπὶ τούτῳ δὲ ὑπεξίσταμαι τῆς ἀρχῆς», Ηρόδ.) 4. αποσύρομαι από τον δρόμο κάνοντας τόπο σε κάποιον άλλον, συνήθως… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»